Στη Νέα Λάμψακο έρχεσαι για τις γαστρονομικές απολαύσεις που μοσχοβολούν ιώδιο και θαλασσινή φρεσκάδα, για τους ανεπιτήδευτος ανθρώπους και τη φιλική περιποίηση. Τα ουζάδικα του χωριού, που πήρε ζωή από τους πρόσφυγες όταν έφτιαξαν εδώ τη νέα τους πατρίδα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, γράφουν τη δική τους ιστορία για περισσότερα από 50 χρόνια.

Στον σκληρό τους πυρήνα, τα πεντανόστιμα και ολόφρεσκα θαλασσινά.
Κρατήστε σημειώσεις: κυδώνια, γυαλιστερές, στρείδια, καλόγνωμες, πορφύρες, πεταλίδες, καλογριές, φούσκες, πίνες, μύδια, γαρίδες, καβούρια, αστακοί και κολοχτύπες. Στο πάρτυ έχουν θέση και όλα τα κεφαλόποδα-χταπόδια, καλαμάρια, σουπιές.

Τα ψάρια κρατούν κι αυτά το μερίδιό τους. Παλαιότερα, ήταν τα μικρά ψαράκια στην πρώτη θέση: σαρδέλες, γαύρος, αθερίνα, προσφυγάκια, κουτσομούρες -θα είσαστε τυχεροί αν πετύχετε τη γευστικότατη κουτσομούρα της Εύβοιας που αλιεύεται στον κόλπο της Καρύστου και στον δίαυλο των Ωρεών. Σήμερα, σχεδόν όλα τα μαγαζιά σερβίρουν και ολόφρεσκα μεγάλα ψάρια αλλά και γαριδομακαρονάδες και αστακομακαρονάδες.
Κάποιοι σκληροπυρηνικοί βεβαίως, επιμένουν στα ωμά όστρακα, στις γαριδούλες και τις καραβίδες, κάποιο λιόκαφτο, ίσως και κάποιο σαγανάκι, για να σιγοπιούν τα ούζα και τα τσίπουρά τους. Γούστα είναι αυτά και τα μαγαζιά στη Νέα Λάμψακο, θα ικανοποιήσουν κάθε προτίμηση.

Πως γεννήθηκαν τα ουζάδικα

Σαν προσφυγικός οικισμός ξεκίνησε η Νέα Λάμψακος που κατοικήθηκε από τους 1500 περίπου ξεριζωμένους της Λαμψάκου στον Ελλήσποντο μετά τη μικρασιατική καταστροφή του 1922.
Οι Λαμψακηνοί έμειναν αρκετά χρόνια στις παράγκες της Χαλκίδας μέχρι να ολοκληρωθεί το χτίσιμο της νέας τους πατρίδας το 1927. Άξιζε η αναμονή διότι η σημερινή κωμόπολη έχει ωραία ρυμοτομία με φαρδείς δρόμους και την επιβλητική εκκλησία του Αγίου Τρύφωνα ενώ παραμένουν και (κάποια) γραφικά σπίτια με αυλές.

Οι άνθρωποι στη Νέα Λάμψακο πέρασαν πολύ δύσκολες στιγμές, οικονομικά τουλάχιστον, μέχρι και το 1960 οπότε άρχισαν να φτιάχνονται τα μεγάλα εργοστάσια στην περιοχή και μαζί, ξεκίνησε η η οικονομική ανάπτυξη. Οι αγρότες έφευγαν από τα χωράφια και έρχονταν να δουλέψουν σαν εργάτες. Στα διαλείμματα από τη δουλειά, κάτι ήθελαν να φάνε, κάτι να τσιμπήσουν. Κάποιες παράγκες στήθηκαν στην παραλία και πουλούσαν ούζο με το ποτήρι μαζί με δύο χούφτες όστρακα ή μερικά λιανοψαρα. Αυτή ήταν η αρχή και μπορεί να πει κανείς πως επαναλαμβάνεται κι εδώ η ίδια ιστορία που έδωσε τα διάσημα τσιπουράδικα της Νέας Ιωνίας στο Βόλο.

Τα περισσότερα μαγαζιά βρίσκονται στην παραλία όπου η θαλασσινή θέα, η Νέα Γέφυρα της Χαλκίδας απέναντι και το καταπληκτικό ηλιοβασίλεμα τα φορτώνει με την ανάλογη υπεραξία.
Το χωριό απλώνεται από την περιοχή Βοθροβούνι μέρι τα όρια της Αλυκής Κοπανά και του Μύτικα και βρίσκεται ανάμεσα στον κάμπο Ληλαντίων και στη θάλασσα. Εκεί, στη θάλασσα, στήθηκαν τα πρώτα ουζάδικα, που ήταν στην πραγματικότητα παράγκες. Πρώτο το «Κουτούκι του Περικλή» το 1957 (Περικλής Μακρίδης) και λίγο αργότερα ο «Καπετάνιος» (του Θανάση Γιάνναλου) και 2-3 ακόμα. Μετά ακολούθησαν και άλλοι. Οι Χαλκιδαίοι τα ανακάλυψαν σιγά-σιγά και τα έκαναν στέκι, από εκεί τα έμαθαν οι Αθηναίοι και ύστερα τα έμαθε όλη η Ελλάδα.

Διαβάστε το υπόλοιπο άρθρο εδώ:  www.travel.gr