(*)της Μαρίας Νέτσικα

Λευκές & Ερυθρωπές

Αηδάνι: λευκό σταφύλι με λουλουδάτα αρώματα, που καλλιεργείται κυρίως στα νησιά των Κυκλάδων. Οι εμφιαλώσεις του ως μονοποικιλιακό είναι σπάνιες, καθώς συνήθως συμμετέχει στο χαρμάνι του Π.Ο.Π. Σαντορίνη, ξηρού και γλυκού (Vinsanto).

Αθήρι: λευκό σταφύλι ευρέως διαδεδομένο στα νησιά του νότιου Αιγαίου και τη Χαλκιδική. Τα κρασιά του εμφανίζονται με λεπτό άρωμα λεμονιού και πλούτο γεύσης.

Ασύρτικο: το κυρίαρχο σταφύλι της Σαντορίνης που έχει μεταναστεύσει με επιτυχία στη Χαλκιδική, την Επανομή, τη Δράμα, το Παγγαίο Όρος και την Πελοπόννησο. Λευκό, διατηρεί αρκετά υψηλή οξύτητα, ακόμη και στην πλήρη ωρίμανσή του. Τα κρασιά του, με πλούτο και ζωηρό χαρακτήρα αναγνωρίζονται από τα αρώματα λεμονανθών και εσπεριδοειδών και την ορυκτότητα στην επίγευση.

Βηλάνα: παλιά ποικιλία της Κρήτης. Ένα ευαίσθητο λευκό σταφύλι που όταν καλλιεργείται με φροντίδα και μετριοπάθεια στις αποδόσεις δίνει ευχάριστα κρασιά με λουλουδένια και φρουτώδη αρώματα.

Βιδιανό: λευκό σταφύλι, από τις αρχαιότερες αυτόχθονες λευκές ποικιλίες της Κρήτης, που εξελίσσεται σε νέο αστέρι της οινοπαραγωγής του νησιού. Όταν καλλιεργείται σε δροσερούς αμπελώνες μεγάλου υψόμετρου εμφανίζει έντονο φρουτώδες άρωμα και ευχάριστη φρεσκάδα που ισορροπεί το γεμάτο στόμα.

Δαφνί: μια από τις αρχαιότερες αυτόχθονες λευκές ποικιλίες της Κρήτης, ξεχωρίζει για το άρωμά της που θυμίζει δάφνη, εξ’ ου και το όνομα.

Κατσανό: στα τέλη του 19ου αιώνα τα σταφύλια που καλλιεργούσαν στη Σαντορίνη ξεπερνούσαν τα 50. Σήμερα δυστυχώς ζήτημα είναι να υπάρχουν 5 που να μπορούν να θεωρηθούν σημαντικά. Ανάμεσά τους και το Κατσανό.

Κυδωνίτσα: μία από τις σπάνιες ποικιλίες της Λακωνίας μαζί με τη Μονεμβασιά, τον Πετρουλιανό και τη Θράψα. Σήμα κατατεθέν της, το επίμονο άρωμα που παραπέμπει στο κυδώνι γλυκό.

Λαγόρθι: σταφύλι με αξιόλογο φρούτο και ζωηρή οξύτητα, που καλλιεργείται στη βόρεια Πελοπόννησο και τα Ιόνια νησιά.

Μαλαγουζιά: λευκή ποικιλία που την τελευταία 15ετία, αφού διασώθηκε από την εξαφάνιση, φυτεύτηκε σχεδόν παντού στην Ελλάδα. Μας δίνει κρασιά με λουλουδένιες και λεμονάτες νότες, σατινένια δομή, μαλακιά, πιπεράτη γεύση και μέτρια οξύτητα.

Moνεμβασιά: λευκό σταφύλι με αρωματική και γευστική φινέτσα, που καλλιεργείται στην Πάρο και στη Λακωνία.

Μοσχάτα: μεγάλη και διάσημη οικογένεια σταφυλιών (υπάρχουν και ερυθρές ποικιλίες) που καλλιεργούνται με ποικίλα ονόματα σ’ όλες σχεδόν τις αμπελουργικές χώρες. Μεγάλη και η ποικιλία των κρασιών που μας χαρίζουν, από παλαιωμένα γλυκά έως φρέσκα, φρουτώδη αφρώδη. Όλα τους ξεχωρίζουν για το εντυπωσιακό τους άρωμα.

Μοσχοφίλερο: καλλιεργείται στο οροπέδιο της Μαντινείας και στη νότια Πελοπόννησο, καθώς και σε σημεία της Στερεάς Ελλάδας, για την παραγωγή λευκών κρασιών με έντονο, εύκολα αναγνωρίσιμο άρωμα. Με νότες που στην πιο καθαρή τους έκφραση θυμίζουν τριαντάφυλλο, ενώ στα πιο πολύπλοκα κρασιά μπορούν να πλαισιωθούν από αρώματα μέντας και λεμονιού.

Ντεμπίνα: λευκή ηπειρώτισσα ποικιλία από τη Ζίτσα, στα Ιωάννινα. Τα κρασιά της διακρίνονται για τη δροσιστική τους οξύτητα και τη φινέτσα των αρωμάτων που θυμίζουν πράσινο μήλο και αχλάδι. Η Ντεμπίνα εμφανίζει και αξιοσημείωτο δυναμικό για την παραγωγή αφρωδών κρασιών.

Ροδίτης: κρασιά από Ροδίτη φτιάχνονται σχεδόν σ’ ολόκληρη την Ελλάδα με καλύτερα όμως αποτελέσματα στην ορεινή Πάτρα, τη Μακεδονία (Μεσημβρία, Πέλλα, Βερτίσκος, Χαλκιδική) και τη Θεσσαλία. Όταν κρατηθούν χαμηλές οι στρεμματικές αποδόσεις και προσεχθεί η οινοποίησή του, ο Ροδίτης μας δίνει ελαφριά και ευκολόπιοτα κρασιά που μοσχοβολούν φρέσκα εσπεριδοειδή, μήλα και αχλάδια.

Ρομπόλα: λευκό σταφύλι από τις πιο κομψές ελληνικές ποικιλίες. Καλλιεργείται στην Κεφαλονιά και τη Στερεά Ελλάδα. Τα κρασιά του εμφανίζουν φρεσκάδα και κομψό λεμονάτο χαρακτήρα με ευχάριστη οξύτητα.

Σαββατιανό: το πιο διαδεδομένο σταφύλι του Ελληνικού αμπελώνα. Καλλιεργείται στην Αττική και σ’ ολόκληρη την Κεντρική Ελλάδα. Μαζί με τον Ροδίτη, είναι τα κύρια σταφύλια που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή της ρετσίνας. Όταν καλλιεργείται, ωστόσο, με προσοχή και μετριοπάθεια στις αποδόσεις, μας δίνει φινετσάτα λευκά κρασιά.

Σιδερίτης: σταφύλι με ρόδινο φλοιό και ορεκτική οξύτητα. Καλλιεργείται σε ολόκληρη την Πελοπόννησο, ιδιαίτερα στην Κορινθία, την Αχαΐα, την Ηλεία και σποραδικά στην Αττική και την Εύβοια.

Ερυθρές

Αγιωργίτικο: ο βασιλιάς των ερυθρών σταφυλιών του ελληνικού νότου. Πανέμορφο και περιζήτητο, καλλιεργείται σχεδόν αποκλειστικά στη Νεμέα. Τα κρασιά του, με ωραιότατη πορφυρή φορεσιά χαρακτηρίζονται από πλούσια, βελούδινη γεύση.

Αυγουστιάτης: ερυθρό, εξαιρετικά σπάνιο σταφύλι, που καλλιεργείται στη Δυτική Πελοπόννησο και τα νησιά του Ιονίου Πελάγους. Τα κρασιά του, συνήθως σε χαρμάνι με ελληνικές ή διεθνείς ποικιλίες, έχουν ζωηρό, σκούρο χρώμα και ανταποκρίνονται έξοχα στην παλαίωση στο βαρέλι.

Βερτζαμί: σταφύλι με αξιόλογο χρώμα και φρούτο, που καλλιεργείται στη βόρεια Πελοπόννησο και τα Ιόνια νησιά.

Βλάχικο: ερυθρό σταφύλι που καλλιεργείται στον νομό Ιωάννινων. Ευδοκιμεί στα ψυχρά κλίματα δίνοντας κρασιά με φωτεινό ερυθρό χρώμα, αρωματική πολυπλοκότητα, υψηλή οξύτητα και μέτριο όγκο που εξελίσσονται ωραιότατα στον χρόνο.

Βουδόματο: σπάνια ερυθρή ποικιλία της Σαντορίνης. Τα κρασιά της εμφανίζονται με απαλό φωτεινό χρώμα, μέτρια οξύτητα και υψηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλη.

Βραδυανό: σπάνιο ερυθρό σταφύλι της Στερεάς Ελλάδας και της Εύβοιας. Τα κρασιά του εμφανίζονται με φωτεινό χρώμα, μέτριο σώμα και αρωματική πολυπλοκότητα.

Κοτσιφάλι: ερυθρό κρητικό σταφύλι. Τα κρασιά του είναι υψηλόβαθμα, μαλακά και πικάντικα στη γεύση. Συνήθως οινοποιείται παρέα με τη Μαντηλαριά.

Κρασάτο: ερυθρό σταφύλι που καλλιεργείται αποκλειστικά στη Ραψάνη και συμμετέχει στη σύνθεση του Π.Ο.Π. κρασιού της.

Λημνιό: ερυθρό σταφύλι, αυτόχθον της Λήμνου, με τις ρίζες του να φτάνουν στην αρχαιότητα. Δεν είναι άλλο από τη Λημνία άμπελο που τα κρασιά της εξυμνούν ο Αριστοτέλης και άλλοι συγγραφείς. Σήμερα, εκτός από το νησί, καλλιεργείται στη Χαλκιδική και τη Βόρεια Ελλάδα όπου παράγει πλούσια και με ευπρόσδεκτη οξύτητα ερυθρά κρασιά.

Λημνιώνα: μια από τις σπάνιες ποικιλίες της Θεσσαλίας. Με σήμα κατατεθέν τον βοτανικό και φρουτώδη χαρακτήρα.
Λιάτικο: ακραιφνώς κρητικό σταφύλι, από τις αρχαιότερες ελληνικές ποικιλίες. Ωριμάζει αρκετά πρώιμα μέσα στον Ιούλιο, εξ’ ου και το όνομά του: Ιουλιάτικο-Λιάτικο. Ποικιλία με υψηλό δυναμικό, αναδεικνύει στο βέλτιστο τον ποιοτικό χαρακτήρα της όταν ωριμάζει αρκετά.

Μαντηλαριά: ερυθρή αιγαιοπελαγίτικη ποικιλία που κατοικοεδρεύει στα όμορφα νησιά μας: στην Πάρο, τη Ρόδο και την Κρήτη. Επειδή είναι κάπως… δύστροπη, οινοποιείται μαζί με άλλα σταφύλια που μειώνουν τον τραχύ της χαρακτήρα και προσθέτουν πιο φίνες νότες στα καθαρά γήινα αρώματά της (με τη Μονεμβασιά στην Πάρο και το Κοτσιφάλι στην Κρήτη).

Μαύρο Καλαβρυτινό: ερυθρή ποικιλία της Αχαΐας που δίνει κρασιά μέτριου χρώματος με αρκετές τανίνες, καλό σώμα και φρέσκα αρώματα μαύρων και κόκκινων φρούτων, καθώς επίσης και μπαχαρικών.

Μαύρο Μεσενικόλα: καλλιεργείται στην περιοχή της Λίμνης Πλαστήρα, στη Θεσσαλία. Τα κρασιά του παρουσιάζονται με μέτριο χρώμα, επίσης μέτριο σώμα και μετριοπαθείς τανίνες.

Μαυροδάφνη: το γνωστό αρωματικό σταφύλι που καλλιεργείται στον αμπελώνα της Πάτρας και της Κεφαλλονιάς. Η μεγαλύτερη ποσότητα χρησιμοποιείται για την παραγωγή του ομώνυμου υψηλόβαθμου και παλαιωμένου ερυθρού γλυκού κρασιού.
Μαυροτράγανο: η ερυθρή πρόταση της Σαντορίνης. Ένα από τα πολλά άγνωστα σταφύλια του Κυκλαδίτικου αμπελώνα, που οι προσπάθειες των οινοποιών -προς τέρψη των οινόφιλων- κατάφεραν να σώσουν από την εξαφάνιση. Κρασί με χαρακτήρα και ένταση, όπως και οτιδήποτε από το αγαπημένο νησί.

Μαυρούδι: με την ονομασία Μαυρούδι συναντούμε σταφύλια στη Ροδόπη και τη νότια Πελοπόννησο. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι το μαύρο χρώμα του φλοιού τους.

Μούχταρο: σπάνιο σταφύλι της Βοιωτίας που αναβίωσε χάρις στην προσπάθεια των οινοποιών της περιοχής. Η υψηλή οξύτητα και τα αρώματα κόκκινων φρούτων και βοτάνων είναι τα κύρια χαρακτηριστικά των κρασιών του.

Μπεκιάρι: ερυθρό σταφύλι που καλλιεργείται στον νομό Ιωάννινων. Συνήθως συμμετέχει σε χαρμάνια με το Βλάχικο, προσφέροντας χρώμα και τανίνες.

Νεγκόσκα: ερυθρό σταφύλι που καλλιεργείται αποκλειστικά στη Γουμένισσα, δίπλα στο Ξινόμαυρο. Συμμετέχει στην ποικιλιακή σύνθεση του Π.Ο.Π. κρασιού της περιοχής προσφέροντας χρώμα, φρούτο, αλκοολικό τίτλο και μειώνοντας την οξύτητά του.

Ξινόμαυρο: η εκλεκτή ερυθρή ποικιλία της Βόρειας Ελλάδας, της Νάουσας, της Γουμένισσας, του Αμυνταίου, της Ραψάνης. Τα σταφύλια της έχουν φωτεινό κόκκινο χρώμα και όξινη γεύση, ακόμη και όταν είναι ώριμα. Έτσι δικαιολογείται το όνομά της και η χαρακτηριστική γεύση των κρασιών της, που νεαρά είναι στυφά και ατίθασα, με τον χρόνο όμως μαλακώνουν αποκτώντας μοναδική πολυπλοκότητα, ωραιότατο μπουκέτο και νοστιμιά.

Παμίδι: σταφύλι με ροδόχρωμη φλούδα, καλλιεργείται κυρίως στη Θράκη και χρησιμοποιείται για την παραγωγή ροζέ κρασιών ή συμμετέχει σε χαρμάνια ερυθρών.

Σταυρωτό: κόκκινο σταφύλι που καλλιεργείται αποκλειστικά στη Ραψάνη και συμμετέχει στη σύνθεση του Π.Ο.Π. κρασιού της.

Απόσπασμα από το βιβλίο της Μαρίας Νέτσικα «Τα κρασιά της Ελλάδας», Εκδόσεις IANOS 2019. Η Μαρία Νέτσικα είναι χημικός – οινολόγος και δραστηριοποιείται σε ποικίλους τομείς του οινικού κλάδου.